Αρχές καλοκαιριού 1992, και οι Τρικαλινοί εκείνη την ημέρα θα την θυμούνται όσοι είναι άνω των 40 ετών.
Ο κ. Βασίλης Παλαιοκώστας στο βιβλίο του «Μια φυσιολογική ζωή» αναφέρει: «Φτάσαμε έξω απ’ το αστυνομικό τμήμα. Έλειπε ένα περιπολικό. Ίσως είχε βγει με πλήρωμα για περιπολία. Δεν είχαμε καμία διάθεση να το περιμένουμε. Ο Κώστας ανέβασε το φορτηγάκι πάνω στο πεζοδρόμιο, φράζοντας κάθετα την είσοδο του υπαίθριου γκαράζ των μπάτσων». Η τράπεζα βρισκόταν δίπλα σε αστυνομικό τμήμα.

«Κρατούσα μια μεγάλη τσάντα οικοδόμου που περιείχε δύο γεμάτες επτάσφαιρες κοντόκαννες καραμπίνες κι έναν μεγάλο ταξιδιωτικό σάκο. Ο Κώστας, συνοδηγός, βγήκε δεύτερος. Κάτω απ’ το ανοιξιάτικο μπουφάν του είχε κρεμάσει χιαστή με ιμάντα ένα ούζι. Ο Νίκος, ως οδηγός, βγήκε τελευταίος. Με αυτή τη σειρά δρασκελίσαμε τα λιγοστά σκαλιά μέχρι να μπούμε. Φορούσαμε όλοι γυαλιά ηλίου και καπέλα τύπου τζόκεϊ. Ο Κώστας έμεινε να φυλάει την είσοδο. Εγώ καθώς προπορευόμουν του Νίκου βγάζω μια κοντόκανη και του την πετάω. Την πιάνει στον αέρα. Βγάζω την άλλη και αρχινά το πανηγύρι…

Για όποιον δεν κατάλαβε γίνεται ληστεία. Τα λεφτά της τράπεζας ήρθαμε να πάρουμε όχι τις ζωές σας. Μη μας αναγκάσετε να το κάνουμε. Στην τράπεζα θα ξανάρθουν χρήματα, η ζωή δεν επιστρέφει ποτέ. Φρόνιμα, να πάμε όλοι σπίτια μας’».

«Περάσαμε με ιλιγγιώδη ταχύτητα το Κέντρο Υγείας της πόλης από τα δεξιά μας και το γήπεδο πιο πάνω στʼ αριστερά χωρίς να μας ακολουθεί κανένα αυτοκίνητο από πίσω. Κανά δυο χιλιόμετρα πριν από την Καλαμπάκα, καθώς κινούμασταν με αρκετά μεγάλη ταχύτητα, είδαμε να εμφανίζονται από την απέναντι μεριά τα δύο περιπολικά της αστυνομίας που είχαν βγει στο κατόπι μας. Πρώτο ήταν το τζιπ και από πίσω το Μιτσουμπίσι κι άλλο ένα συμβατικό αυτοκίνητο.

Τα χρήματα που πήραν ήταν 125 εκατομμύρια δραχμές σε ευρώ 336.000 ευρώ.

Στη συνέχεια έκλεψαν ένα Nissan για να διαφύγουν. Το επέστρεψαν πίσω καθαρό και γυαλισμένο, ενώ κάτω από το χαλί της θέσης του οδηγού είχαν κρύψει 150.000 δραχμές.